Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

Χαριστική βολή για 1.000.000 εργαζομένους


ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ
Τελειωμό δεν έχουν οι σαρωτικές αλλαγές που ανατρέπουν τις εργασιακές σχέσεις και τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, με τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας να αποτελούν σύντομα παρελθόν για πάνω από ένα εκατομμύριο εργαζομένους. Το γαϊτανάκι των ανατροπών που ξεκίνησε με την υπογραφή του πρώτου μνημονίου συνεχίζεται, καθώς μέρα με τη μέρα εφαρμόζονται οι όροι ή αποκαλύπτονται τα «ψιλά γράμματα» και των τριών μνημονίων που υπογράφηκαν με την τρόικα των δανειστών ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ.


Χιλιάδες εργαζόμενοι μπήκαν από την περασμένη Πέμπτη σε καθεστώς τρίμηνης μετενέργειας, καθώς οι κλαδικές συμβάσεις τους έληξαν και τώρα βρίσκονται στον προθάλαμο των ατομικών συμβάσεων, εννοείται με δυσμενέστερους όρους εργασίας και αποδοχών. Επιπλέον, φαίνεται πως υπάρχει -παρά τις διαψεύσεις- στο «τραπέζι» της συζήτησης της κυβέρνησης με την τρόικα το ζήτημα της περαιτέρω συρρίκνωσης του κατώτατου μισθού, αφού τα 586 ευρώ φαίνονται... πολλά στο γενικό γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών, Γιώργο Μέργο.


Για «καθολικό χτύπημα» σε βάρος των εργαζομένων κάνει λόγο ο Γιώργος Γαβρίλης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΓΣΕΕ και γραμματέας της Αυτόνομης Παρέμβασης που πρόσκειται στο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ δραματικά στοιχεία για την επιδείνωση της οικονομικής θέσης των Ελλήνων μισθωτών και συνταξιούχων προκύπτουν από τη νέα έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ. «Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί τον τελευταίο χρόνο κατέστρεψαν όλο το σύστημα συλλογικής αυτονομίας και όλη την αρχιτεκτονική των συλλογικών συμβάσεων, επιτρέποντας στους εργοδότες να μετατρέψουν το θεσμό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας σε ατομικές συμβάσεις με τους εργαζόμενους», επισημαίνει ο κ. Γαβρίλης, προσθέτοντας πως η κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων από τις 14 Φεβρουαρίου του 2013 είναι μια ακόμη επίπτωση των μνημονίων, ενώ έχουν προηγηθεί πολύ περισσότερες ανατροπές τα προηγούμενα δυο χρόνια. Μεταξύ αυτών, η βασική αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τον εργαζόμενο σε περίπτωση συρροής συλλογικών συμβάσεων εργασίας αλλά και η -στην πράξη- κατάργηση της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, καθώς η προσφυγή στον ΟΜΕΔ απαιτεί πλόεν τη σύμφωνη γνώμη εργοδοτών και εργαζομένων.


Ελεύθερη πτώση


Σύμφωνα με τον κ. Γαβρίλη, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων θα οδηγήσει -μετά τη λήξη της τρίμηνης μετενέργειας- σε μια ελεύθερη πτώση των μισθών, ενώ οι νέες συμβάσεις που θα υπογράφονται για το σύνολο των εργαζομένων θα είναι προϊόν ατομικής συμφωνίας. «Εδώ πια δεν πρόκειται για σύμβαση ούτε για κάποιου είδους διαπραγμάτευση ή διαβούλευση, αλλά για καθορισμό των όρων εργασίας και αμοιβής που θα γίνεται με την ευθύνη μονομερώς του εργοδότη και κανενός άλλου. Γιατί είναι προφανέστατο ότι σε συνθήκες σαν κι αυτές που βιώνουμε αυτήν την περίοδο -με ενάμισι εκατομμύριο ανέργους και με την απόλυτη πια κατάργηση όλων των δικαιωμάτων προστασίας των εργαζομένων- οι εργοδότες αποκτούν ένα πλεονέκτημα επιβολής και άσκησης ακόμη και ψυχολογικής βίας σε βάρος των εργαζομένων, ώστε να καθορίζουν μονομερώς τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων».


Οπως εξηγεί ο κ. Γαβρίλης, αντιμέτωποι με τις ατομικές συμβάσεις θα βρεθούν πάνω από ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι (700.000 για τους οποίους έληξαν την Πέμπτη ή λήγουν σύντομα οι κλαδικές συμβάσεις και 350.000 οι οποίοι καλύπτονται από την εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας). Οι όποιες αλλαγές θα επέλθουν μετά τη λήξη της τρίμηνης μετενέργειας, ενώ κρίσιμο σημείο για τον κ. Γαβρίλη είναι το γεγονός πως, ακόμη κι αν υπογραφούν κλαδικές συμβάσεις, οι εργοδότες -με βάση τους τελευταίους νόμους που έχουν ψηφιστεί- έχουν τη δυνατότητα να υπογράφουν ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις σε επίπεδο επιχείρησης με μισθούς πολύ χαμηλότερους από αυτούς που έχει προσδιορίσει η κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας, με αποτέλεσμα «οι κλαδικές συμβάσεις να υπονομεύονται και να μετατρέπονται σε άδεια κουφάρια». Ετσι, σύντομα το περίπου 75% των μισθωτών θα περάσει σε ατομικές συμβάσεις, ενώ το ίδιο ποσοστό καλυπτόταν ένα χρόνο πριν από κλαδικές συμβάσεις.


Με τη λήξη των κλαδικών συμβάσεων οι αποδοχές επαναπροσδιορίζονται στο επίπεδο του βασικού (ή του κατώτερου κλαδικού μισθού) συν τα τέσσερα επιδόματα (παιδιών, ανθυγιεινής εργασίας, τριετιών και θέσης ευθύνης) που μένουν, αφού όλα τα άλλα καταργούνται. Βέβαια, αυτό δεν είναι -θεωρητικά- υποχρεωτικό να ακολουθηθεί από όλους τους εργοδότες, αλλά αυτό θα συμβεί, σύμφωνα με τα συνδικάτα, στην πράξη. Μάλιστα, η... κατεδάφιση του μισθού δε θα απαιτεί πλέον την υπογραφή επιχειρησιακής σύμβασης αλλά θα μπορεί να γίνει μονομερώς από τον εργοδότη.


Πολλά τα λεφτά...


Ομως, το μέλλον επιφυλάσσει ακόμη πιο δυσάρεστες εκπλήξεις στους εργαζομένους, παρά τις διαψεύσεις που υπήρξαν από τις ηγεσίες των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας, με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις Μέργου για τον κατώτατο μισθό (σ.σ.: σήμερα είναι 586 ευρώ για τους άνω 25 ετών και 511 ευρώ για τους νεότερους). Καθαρά και ξάστερα (και δημοσίως) ο γενικός γραματέας του ΥΠΟΙΚ είπε πως ο κατώτερος μισθός «παραμένει ακόμη υψηλός και επηρεάζει την ανατγωνιστικότητα της οικονομίας». Οι διαψεύσεις που ακολούθησαν δε φαίνεται να έπεισαν, καθώς -όπως τονίζει ο κ. Γαβρίλης- στο τρίτο μνημόνιο υπάρχει πρόβλεψη για τον επαναπροσδιορισμό του κατώτατου μισθού από τον Ιανουάριο του 2014, με την επίκληση -όπως γίνεται τα τελευταία 15 χρόνια- του στόχου της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Βέβαια, τα συνδικάτα επιμένουν πως αυτός ο στόχος δεν επιτυγχάνεται με συμπίεση αποδοχών και κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, αφού από όλες τις μελέτες προκύπτει ότι το κόστος εργασίας δεν είναι ο βασικός παράγοντας που καθορίζει το ύψος της τιμής των προϊόντων.


Φτώχεια και φόροι






Ομως δεν είναι μόνον η μείωση μισθών που οδηγεί στη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήλων, εκ των οποίων, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της ΓΣΕΕ, 3,9 εκατ. (100.000 περισσότεροι από το 2011) βρίσκονται πλέον κάτω από το όριο της φτώχειας. Η πραγματική μείωση των εισοδημάτων προκύπτει και από την άμεση φορολογία, τους πρόσθετους έκτακτους φόρους και την αύξηση του κόστους ζωής, καθώς πήραν «φωτιά» τόσο τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, όσο και τα είδη πρώτης ανάγκης. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι κατέβαλαν το 2009 ως άμεση φορολογία 6,5 δισ. ευρώ, δηλαδή, το 47,9% του συνόλου των φόρων, το 2010 κατέβαλαν 6,9 δισ. ευρώ (52,6%) και 7,1 δισ ευρώ (55,5%) το 2011, ενώ οι επιχειρήσεις κατέβαλαν ως άμεση φορολογία 4,7 δισ. ευρώ (35,1%) το 2009, 4,1 δισ. ευρώ (30,7%) το 2010 και 3,6 δισ. ευρώ (28,7%) το 2011.


«Εχουμε μια σημαντική μείωση στα εισοδήματα που ξεπερνά κατά πολύ πια το 55% και 60% τα τελευταία δυόμισι χρόνια, πέρα από αυτήν που ονομάζουμε μείωση των μισθών», σημειώνει στον «ΑτΚ» ο κ. Γαβρίλης, ο οποίος πιστεύει πως αυτή η πολιτική «οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο απόλυτο αδιέξοδο και σε ολοκαύτωμα την κοινωνία και τους εργαζομένους». Και θεωρεί πως η αντιπαράθεση των συνδικάτων με τις κυβερνητικές πολιτικές πρέπει να πάρει πολιτικά χαρακτηριστικά: «Να έχουν στην προμετωπίδα τους το αίτημα της ακύρωσης των μνημονίων, της αναδιανομής του εισοδήματος, την παραγωγική ανασυγκρότηση, ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα και τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους».

Δεν υπάρχουν σχόλια: